- πλησιόσαυρος
- (plesiosaurus). Γένος σαυροπτερύγιων ερπετών που έχουν εκλείψει. Έζησαν από την τριάσια ως την κρητιδική περίοδο. Το σώμα τους είχε μήκος ως 15 μ. και 100-150 σπόνδυλους με επίπεδες αρθρωτές επιφάνειες. Χαρακτηρίζονταν από μικρό κεφάλι σαύρας, κωνικά δόντια με έντονα ανεπτυγμένους κυνόδοντες, και ογκώδες θωρακισμένο σώμα. Τα άκρα τους ήταν διαμορφωμένα ως νηκτικά πτερύγια. Ήταν αρπακτικά ζώα και ζούσαν σε παράκτιες περιοχές. Η τροφή τους αποτελούνταν κυρίως από ψάρια. Υπολείμματα π. βρέθηκαν σε όλες τις ηπείρους αλλά κυρίως στις ιουρασικές εναποθέσεις της Ευρώπης.
Dictionary of Greek. 2013.